02 Φεβρουαρίου 2021

Το λευκό στην ποίηση και τη ζωγραφική

Μαρία Ζερβάκη

" Η ζωγραφική είναι σιωπηλή ποίηση και η ποίηση ομιλούσα ζωγραφική" είχε δηλώσει πριν από 25 αιώνες ο Σιμωνίδης ο Κείος, (556-468 π.Χ.).  Παρά ταύτα είχε πολύ σωστά συλλάβει ότι λόγος, εικόνα, χρώματα, όλα μαζί δημιουργούν μια παλέτα εκφραστικών μέσων στη διάθεση του δημιουργού για να αποτυπώσει το μήνυμά του. Συγκίνηση, στοχασμός, αγωνία, σκέψεις και συναισθήματα, ψυχές που πάλλονται και ζητούν να εκφραστούν και να επικοινωνήσουν. Κάποτε οι λέξεις δεν τους φτάνουν και τότε ζητούν τα σχήματα και τα χρώματα. Ακροβατούν πάνω σε τεντωμένο σκοινί, βαδίζουν χωρίς φανό μέσα στο σκοτάδι, σε κάθε όμως περίπτωση ακόμη και με παραδοξολογίες και αδιέξοδα αναζητούν την αλήθεια και το φως. Κι αυτά εκφράζονται με το λευκό, το υπέρτατο χρώμα.

   Ένας από τους εκφραστές της Ρωσικής Πρωτοπορίας, ο Μάλεβιτς αναζητώντας το υπέρτατο χρώμα εξέθεσε σε μια έκθεση το 1918 το “Λευκό πάνω σε Λευκό”, μια μονόχρωμη αφαίρεση, κατά την οποία ένα λευκό τετράγωνο ήταν υπό γωνία μέσα σε ένα μεγαλύτερο λευκό τετράγωνο, θεωρώντας ότι με αυτό τον τρόπο “έσπασε τους συνδέσμους και τους περιορισμούς του χρώματος”. 

 

http://www.dioti.gr/index.php/apo-to-diadiktio-2/77-elitis/1593-2017-10-07-17-07-32

 


 

 Μάλεβιτς, Λευκό πάνω σε λευκό

 

  

ΠΟΙΗΜΑ


JOHN ASHBERY,  Ο ΖΩΓΡΑΦΟΣ


Καθισμένος ανάμεσα στη θάλασσα και τα κτήρια
Χαιρόταν να ζωγραφίζει το πορτραίτο της θάλασσας.

Αλλά όπως τα παιδιά φαντάζονται ότι η προσευχή
Είναι απλώς σιωπή, έτσι κι αυτός περίμενε το θέμα του
Να βγει στην παραλία, και, αρπάζοντας ένα πινέλο,
Ν’ αποτυπώσει το πορτραίτο του στον καμβά.

Έτσι ο καμβάς του παρέμενε λευκός χωρίς χρώματα
Ώσπου οι άνθρωποι που ζούσαν στα κτήρια
Τον έβαλαν να δουλέψει: «Δοκίμασε να χρησιμοποιήσεις το πινέλο
Σαν μέσο για την επίτευξη ενός σκοπού. Διάλεξε, για πορτραίτο,
Κάτι λιγότερο οργισμένο και ευρύ, που να σχετίζεται περισσότερο
Με τις διαθέσεις του ζωγράφου, ή, έστω, με την προσευχή».

Πώς μπορούσε να τους εξηγήσει ότι στην προσευχή του
Ζητούσε η φύση, όχι η τέχνη, να σφετεριστεί τον καμβά;

Επέλεξε για νέο θέμα τη γυναίκα του,
Κάνοντάς την πελώρια, σαν κατεστραμμένο κτήριο,
Λες, και ξεχνώντας τον εαυτό του, το πορτραίτο
Είχε αναπαραστήσει τον εαυτό του χωρίς πινέλο.

Με κάποια αυτοπεποίθηση βούτηξε το πινέλο του
Στη θάλασσα, ψιθυρίζοντας μια βαθιά προσευχή:
«Ψυχή μου, όταν ζωγραφίσω το επόμενο πορτραίτο
Εύχομαι να είσαι εσύ αυτή που θα καταστρέψει τον καμβά».

Τα νέα απλώθηκαν σαν άγρια φωτιά μέσα στα κτήρια:
Είχε επιστρέψει στη θάλασσα για να βρει το θέμα του.
Φανταστείτε έναν ζωγράφο σταυρωμένο από το ίδιο του το θέμα!
Μη μπορώντας από την εξουθένωση ούτε το πινέλο να σηκώσει,
Προκάλεσε τα κακόβουλα σχόλια καλλιτεχνών
Που έγερναν στις κουπαστές: «Δεν μπορούμε να προσευχηθούμε πια
Παρακαλώντας να μπει ο εαυτός μας στον καμβά
Ή να ποζάρει η θάλασσα για ένα πορτραίτο».

Άλλοι δήλωσαν ότι επρόκειτο για αυτοπροσωπογραφία.
Τέλος κάθε ένδειξη θέματος
Άρχισε να σβήνει, αφήνοντας τον καμβά
Εντελώς λευκό. Άφησε κάτω το πινέλο.

Με μιας ένα ουρλιαχτό, που ήταν επίσης και προσευχή,
Υψώθηκε από τα γεμάτα κόσμο κτήρια.

Τον πέταξαν, το πορτραίτο, από το πιο ψηλό κτήριο·
Και η θάλασσα καταβρόχθισε τον καμβά και το πινέλο
Λες και το θέμα του είχε αποφασίσει να παραμείνει προσευχή.




Ο ζωγράφος – δημιουργός βιώνει με μεγάλη ένταση μια εσωτερική πάλη στην προσπάθειά του να δημιουργήσει κάτι αξιόλογο και να εξαλείψει τον φόβο του λευκού καμβά, όπως συμβαίνει κατ΄επέκταση και στον ποιητή.  Η σύγκρουση διευρύνεται περιλαμβάνοντας και την αγωνία του για αποδοχή και εκτίμηση του έργου του από το κοινό. Ο ζωγράφος παλεύει να ισορροπήσει το ζύγι του ανάμεσα στα «θέλω» τα δικά του και στα «θέλω» των άλλων.

Οι «άλλοι» εμφανίζονται ως  «Σειρήνες» που προσπαθούν να τον βγάλουν από τον δρόμο του, από αυτό που πραγματικά τον εκφράζει και τείνει να επηρεάζεται και να παλινδρομεί. Στο τέλος όμως βρίσκει τη δική του «φωνή» και εκφράζεται όπως επιθυμεί αληθινά  φτάνοντας στη λύτρωση.  Λίγη σημασία έχει αν το έργο του τελικά αναγνωρίζεται από τους άλλους, τους επικριτές.

Το λευκό ταυτίζεται με την προσευχή, ως συμβολισμός  εκφράζει μέσω  αυτής κάτι ιερό, αγνό, που μας εξυψώνει και μας συνδέει τόσο με το Θείο, όσο και με την ουσία του εαυτού μας.

 

 


“Lady in White”,                                   

 William Merritt Chase – Oil On Canvas – 1894                                                    


 

 

 

 

James Abbott McNeill Whistler 

“Symphony in white”




George Stubbs (1724-1806) – 

 “A Horse Frightened by a Lion”, 1770



  

“The balcony”, Edward Manet