Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μουσική. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μουσική. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

21 Φεβρουαρίου 2021

Αποχαιρετισμός.

Ανδρέας Πετρίδης
Άπνοια

Όλα το βράδυ σιωπηλά 
τίποτε δεν σαλεύει
μόνο η ψυχή δειλά δειλά 
άσπρο πανί γυρεύει 
                     
  Στοχαστικές συμπυκνώσεις



ΠΡΟΣΔΟΚΙΑ , ΕΥΧΗ ...ΑΦΕΛΕΙΑ;

20 Φεβρουαρίου 2021

Stéphane Mallarmé, Το λευκό Νούφαρο και 2 ποιήματα της Μαριάννας Δώδου


Stéphane Mallarmé

Το λευκό Νούφαρο

Μαριάννας Δώδου, Στεφάν Μαλλαρμέ: Το λευκό Νούφαρο

Ιμπρεσιονισμός σε τρεις διαστάσεις: «Το λευκό Νούφαρο», πεζό ερωτικό ποίημα του Stéphane Mallarmé, στη συνάντησή του με τη μουσική της παλέτας του Monet και τα πιανιστικά ιχνογραφήματα των Debussy και Ravel. Η απόλυτη συνομιλία με το φως


Απόσπασμα του Λευκού Νούφαρου σε μετάφραση: Μαριάννα Δώδου

    Χωρισμένοι, είμαστε μαζί: εισβάλλω, μέσω της σκοτεινής της οικειότητας, σε αυτή την εκκρεμότητα πάνω στο νερό, όπου το όνειρό μου καθυστερεί το αναποφάσιστο, καλύτερα από ό,τι οποιαδήποτε επίσκεψη, ακολουθούμενη από άλλες, θα το επέτρεπε. Πόσες ανούσιες συζητήσεις, σε σύγκριση με τη μία που συγκράτησα προκειμένου να μην ακουστώ, θα ήταν αναγκαίες, προτού μία εξίσου διαισθητική με τώρα συμφωνία να μπορέσει να βρεθεί ξανά, με την ακοή μου στο ύψος του μαονιού, στραμμένη προς ολόκληρη την άμμο που σώπασε! 
      Η παύση μετριέται τη στιγμή της απόφασής μου. 
      Συμβούλεψε, ω όνειρό μου, τι να κάνω; 
    Συνόψισε με ένα βλέμμα την παρθένα απουσία διασκορπισμένη σε αυτή τη μοναξιά και, όπως κανείς κόβει, σε ανάμνηση ενός τόπου, ένα από αυτά τα μαγικά κλειστά νούφαρα, που αναδύονται ξαφνικά εκεί, εμπερικλείοντας με την κυρτή τους λευκότητα ένα τίποτα, φτιαγμένο από ανέγγιχτα όνειρα, από την ευτυχία που δε θα λάβει χώρα, και από την πνοή μου, κρατημένη εδώ, μέσα στο φόβο μιας εμφάνισης, φύγε μαζί της∙ σιωπηλά, κωπηλατώντας ανάποδα, λίγο – λίγο, χωρίς με κάποιο χτύπημα να σπάσεις την ονειροφαντασία, μήτε το πιτσίλισμα των ορατών φυσαλίδων του αφρού, στριφογυρισμένου στη φυγή μου, να πετάξει, στα πόδια κάποιου που θα καταφτάσει αργότερα, τη διάφανη ομοιότητα της απαγωγής του ιδανικού μου λουλουδιού. 


Μαριάννα Δώδου 

Θίσβη και Πύραμος
 
Αγάπης όρκοι
στη λάμψη των λεπίδων
αίμα στάζοντας
 
Άγρια μούρα
των εραστών του φωτός
αποτύπωμα
 
Λευκού χιτώνα
στης χίμαιρας την όχθη
το κυμάτισμα

 



Αφροδίτη και Άδωνις
 
Ζέφυρου πνοές
γύμνωσαν αφρογενή
πόθο Κύπριδος
 
Κομμούς Άδωνη
δάκρυσαν ανεμώνες
αλιπόρφυρες
 
Λευκές λήκυθοι
της λιθοξόου Λήθης
αναθήματα

17 Φεβρουαρίου 2021

6η Συνάντηση (17/2/2021)

 
Arvo Pärt, Άγραφος πίνακας (Tabula rasa), 1977 



Μια "οικογενειακή" φωτογραφία (10/2/2021)



Η Εύη Λαζαρίδου μας προσφέρει ένα μάθημα αρχαιογνωσίας μιλώντας μας για τις λευκές ληκύθους.



Η Διονυσία Ζήκα μας μιλά για το Λευκό νυφικό πέπλο με παραδείγματα από τον κινηματογράφο και την ζωγραφική, ενώ κλείνει με τα δικά της "πέπλα"









Ο Γιώργος Αποστολίδης εισηγείται το ποιητικό δρώμενο: Πολλαπλές φωνές και οι συμμετέχοντες αυτοσχεδιάζουν κατά ομάδες.
Στόχος της πειραματικής δράσης είναι να ακουστούν οι φωνές (σπαράγματα) των ποιητών μέσα από τις δικές μας ανάσες, μετασχηματισμένες σε μια νέα ομαδική αυτοσχεδιαστική ποιητική σύνθεση, προσαρμοσμένη στους τεχνικούς περιορισμούς της online "Zoom επικοινωνίας". Ποιητικός λόγος, θραυσματικός, σε επάλληλες διαστρωματώσεις εμποτισμένες από την δραματική ένταση των υποκειμένων, με πολλαπλούς νοηματικούς πυρήνες, που όμως αδυνατεί κανείς να παρακολουθήσει μεμονωμένους, παρά μόνο ως μια νέα μοναδική και εφήμερη ποιητική σύνθεση με την δική της αυτονομία και δυναμική. Ένα ποιητικό δρώμενο κατάδειξης της ούτως ή άλλως αποσπασματικής ανάγνωσης, μνήμης, επικοινωνίας, έκφρασης, πόσω δε μάλλον στην εποχή της καραντίνας.

03 Φεβρουαρίου 2021

4η Συνάντηση (3/2/2021)

 

Ludovico Einaudi, Elegy for the Arctic, 2016

Ο Ισίδωρος Γιαμπίλης διαβάζει και σχολιάζει ένα κείμενο του Αργύρη Χιόνη από τα "Παρά ένα δώδεκα μαγικά παραμύθια".


Παρά ένα δώδεκα μαγικά παραμύθια 


 X

Έπιανε το μολύβι να γράψει τις σκέψεις του. Το μολύβι χόρευε 
σαν τρελό ανάμεσα στα δάχτυλά του, το χαρτί αρνιόταν να 
λεκιαστεί, έδιωχνε από πάνω του ό,τι αυτός, με χίλια βάσανα, 
κατάφερνε να γράψει.
Γράφω το κενό, έλεγε απελπισμένος, γράφω το κενό και 
είμαι τόσο γεμάτος.
Χα χα, κάγχαζε το μολύβι,
χα χα, κάγχαζε το χαρτί,
χα χα, τόσο γεμάτος.
Θεέ μου, τι είν’ αυτή η έρημος, έλεγε απελπισμένος, τι είναι 
αυτή η άσπρη έρημος.
Δεν είμαι έρημος, έλεγε το χαρτί, είμ’ ένα φύλλο άσπρο
χαρτί, αλλά δεν θέλω να με κατοικήσουνε οι σκέψεις σου.
 
(Λεκτικά τοπία (1983) < Η φωνή της σιωπής 1966-2000)



Η Εύη Λαζαρίδου διαβάζει και σχολιάζει το ποίημα του Μίλτου Σαχτούρη "Η λειτουργία του άσπρου" και το "Εσύ μόνο το ξέρεις ..." του Μανόλη Αναγνωστάκη.


Η λειτουργία του άσπρου

Ρίχνανε πρώτα τα σκοινιά
στις τέσσερις γωνιές
που ασπρίζανε τα τέσσερα τα πρόσωπα
χτυπούσανε τα χέρια
και προχωρούσαν απ’ τις τέσσερις γωνιές
και μάζευαν τα σύννεφα
έτσι έμενε το δάπεδο γυμνό
έπειτα άρχιζαν να περνούν οι μαύροι πετεινοί
ένας ένας
αφήνοντας ένα ρυάκι αίμα κόκκινο
σαν χάνονταν
ρολόγια αρχίζαν να πυροβολούνε άδικα
και σκότωναν στην τύχη
φεγγάρια ουρλιάζαν
προσφέρανε και εκρηχτικά τριαντάφυλλα
που σκάζαν και ματώνανε τα χέρια
η αγωνία
τα πρόσωπα σιγά-σιγά χάναν τα μάτια τους
τα φρύδια κι έπειτα το στόμα
τα δόντια και τα τσίνορα
γίνονταν κάτασπρα όπως και τα ρούχα τους
όπως και τ’ άσπρα δέντρα
όπως και το λιβάδι
όπως όλα
Άσπρα
(Παραλογαίς, 1948)



Εσύ μόνο το ξέρεις ...

Η.

Εσύ μόνο το ξέρεις
Πώς χάνεσαι τώρα πώς βουλιάζεις
Μέσα στα ωραία χρόνια στ’ άσπρα πουκάμισα
Στ’ άσπρα χαμόγελα στ’ άσπρα καινούρια βιβλία

Εσύ μόνο το ξέρεις πώς βουλιάζεις
Μες στα καινούρια ρούχα στους φρέσκους δρόμους
Στα χειροκροτήματα όταν περνάς
Στους ευγενείς ψιθύρους που πληθαίνουν μπρος σου.
(«Πλήθος ενέδρες της ζωής παραμονεύαν την πτώση σου»).

Ενέδρες από χειροκροτήματα σαν κούφιες ριπές.

 (Η συνέχεια 3, 1962)



Η Παυλίνα Καζαντζίδου μας μιλά για το λευκό στην ζωγραφική μέσα από κάποια ενδεικτικά παραδείγματα και μας αποκαλύπτει δύο δικά της παλιότερα έργα, την Πικρή νοσταλγία  και Το λευκό νούφαρο.




Πικρή  νοσταλγία

        Ένας θρήνος γι' αυτά που χάσαμε, για τα οράματα που έσβησαν, για τον πολιτισμό που χάθηκε και για εκείνον που δεν έρχεται.
        Μια τρίεδρη γωνία των τοίχων και του δαπέδου, ένα κίτρινο που βουίζει και ένα μπλε προσπαθούν να δώσουν αξία στη σύνθεση σχηματίζοντας μορφές λουλουδιών φυλλωμάτων, νερών, μια παραζάλη δύο βασικών χρωμάτων που έφτασαν σε μια υπερφυσική ηχηρότητα και θέλουν κάτι να μας πουν.  Όμως έρχεται το λευκό σεντόνι της γιαγιάς με τις μικρές εκλεχτές φουντίτσες, μπαίνει ανάμεσά τους, βρίσκεται μπροστά τους και με διάφορα παιχνιδίσματα σκιών παίζει ρόλο πρωταγωνιστικό, έχοντας στην αγκαλιά του ένα ανθέμιο και ένα μπαλούστρο από τα παλιά ιερά ερείπια που φύγανε, όταν διαπράχτηκε η εθνική αυτοκτονία.
        Τα ακροκέραμα σωριάζονταν, οι πόρτες γίνονταν καυσόξυλα, οι σιδεριές στο χυτήριο, οι  ερμήδες, οι άγγελοι των ακροκεράμων  τσακίζονταν πέφτοντας από ψηλά κι εμείς παρακαλούσαμε τους εργάτες να μας δώσουν μερικά ακροκέραμα και μας ρωτούσαν απορώντας τι θα τα κάνουμε και απαντούσαμε ότι θέλουμε να τα ζωγραφίσουμε, γλιτώνοντάς τα από τα χίλια κομμάτια που θα γίνονταν. Τότε υποψιάστηκαν ότι κάτι συμβαίνει, έτσι βρέθηκαν, όσα σώθηκαν, στο Μοναστηράκι και πουλήθηκαν ακριβά. 
        Αυτός ο πίνακας είναι το έργο της γενιάς μου, που γνωρίζει τη μαγεία του μύθου και την τραγωδία της γύμνιας, γιατί μέσα από το ταπεινό ακροκέραμο θα μπορούσαμε να ξαναβρούμε σχεδιασμένη αυθόρμητα την ιωνική αναλογία με περίσσια χάρη.
        Το ακροκέραμο αυτό είναι από την κατεδάφιση του αρχοντικού της Σοφίας Λασκαρίδου, της πρώτης σπουδάστριας της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών.

Παυλίνα Καζαντζίδου, Φεβρουάριος 2021




Το λευκό νούφαρο

        Ένα τοπίο είναι το καθρέφτισμα της ατμόσφαιρας, όπου βρίσκεται βυθισμένη  η φύση, που εξελίσσεται αλλάζοντας χρώματα σύμφωνα με την ώρα και τις εποχές. Το ίδιο δέντρο που την αυγή φαίνεται πορτοκαλί, το μεσημέρι γίνεται πράσινο και μωβ το δειλινό.
        Θαυμάζω το μέτρο που υπάρχει στη φύση και καταλαβαίνω ότι αυτή η απλότητα είναι ο τελικός σκοπός της τέχνης.
        Όμως μέσα από αυτήν την απλότητα τα χρώματα σε προκαλούν, το κάθε ένα φαντάζει στα μάτια σα να έχει μια ζωή μυστηριακή, ξεχωριστή, που σε καλεί να την ανακαλύψεις και όταν τη βρεις, μπορεί να  σε  οδηγήσει σε μια σχεδόν υπερφυσική ηχηρότητα.
        Πάντα βλέπω τη φύση με έκπληξη και από τη στιγμή που μπαίνουν τα πρώτα χρώματα με τις λοξές αυτοδύναμες πινελιές πάνω στον καμβά, μπαίνω κι εγώ μέσα σε αυτήν τη μουσική αρμονία των παλλόμενων χρωμάτων και των λεπτών αρμονικών αποχρώσεων και παρακολουθώ υπομονετικά τη διαδοχή των διαφόρων παραλλαγών του φωτός, μέχρι να ολοκληρωθεί το έργο με την τελευταία πινελιά. Ο άσπρος καμβάς προκαλεί με την έντονη λευκότητά του και δίνει τη δύναμη να εκφράσεις με χρώματα το όραμά σου, αλλά και οι λοξές  πινελιές, πως είναι η μια δίπλα στην άλλη, αφήνουν ανάμεσά τους μια υποψία της λευκότητάς του που ανυψώνει τα χρώματα και δίνει αξία σ’ αυτά.
        Το μπλε, το κίτρινο και λίγο πορτοκαλί προκαλούν όλη αυτή τη φασαρία, όμως ένα μικρό λευκό νούφαρο μέσα από τους ιριδισμούς του νερού δίνει την παρουσία του και γίνεται ο πρωταγωνιστής του έργου.
Παυλίνα Καζαντζίδου, Φεβρουάριος 2021



Η Μαίρη Παπαδαντωνάκη μας συστήνει την ζωγράφο Joan Mitchell (1925-1992) και μας μιλά για τον ρόλο του "λευκού" στην ζωγραφική της.

27 Ιανουαρίου 2021

3η Συνάντηση (27/1/2021)

 



Ελένη Αναγνωστοπούλου

Η προίκα μου όλη
ένα λευκό σεντόνι


Μου χάρισαν έναν αργαλειό
Μου ‘μάθαν να υφαίνω
Μου δώσανε νήματα πολλά
χρωματιστά, μαύρα και λευκά

- Το λευκό αγαπώ
   και μ’ αυτό θα υφάνω - σκέφτηκα-

Ένα λευκό σεντόνι, περίτεχνο, έφτιαξα
για να ‘χω κάτι καθαρό, αγνό 
να με σκεπάσει όταν …θα φύγω. 


Ελένη Αναγνωστοπούλου

Θέατρο σκιών γίνηκε η ζωή μας
και στο λευκό σεντόνι
ζωγραφίσαμε τα όνειρά μας

Σ’ ανθούς που μαράθηκαν
μέλισσες ψάχναν γύρη κι αρώματα
μα στη λευκή τους σενδόνη
σαβανώθηκαν

Έτσι, στο λευκό που μας φάσκιωσε η ζωή
τώρα, ένα θέατρο σκιών
με απεικάσματα ιδεών
σκηνοθετήσαμε τη σύντομη νιότη. 


Η Παυλίνα Καζαντζίδου διαβάζει και σχολιάζει τρία ποιητικά αποσπάσματα:

Ησίοδος (τέλη 8ου αι. π.Χ)

Με λένε Ησίοδο. Θα σας τραγουδήσω «Τα έργα και τις Ημέρες» των ανθρώπων: 
………………………………………….
Πρώτα το χρυσό γένος των ανθρώπων 
έπλασαν οι Αθάνατοι Θεοί, στα δώματα
του Ολύμπου όπου κατοικούν. Τότε στον ουρανό 
βασίλευε ο Κρόνος. Σαν τους θεούς,
δίχως βάσανα και μόχθους, τον καιρό εκείνο, το γένος των ανθρώπων ζούσε.
………………………………………….
Δεύτερο γένος, πολλά χειρότερο 
Μετά το πρώτο έπλασαν οι θεοί που κατοικούν στον Όλυμπο, 
το γένος το αργυρό των ανθρώπων
………………………………………….
Α, να μη γεννιόμουνα στο πέμπτο 
γένος ή νεκρός να 'μουν πια πριν έρθει.
Είναι το σιδερένιο γένος τώρα.
………………………………………….
Θα πετάξουν απ’ την πλατιά τη γη κι απ’ τους ανθρώπους 
η Νέμεση και η Αιδώς, το πρόσωπό τους
τ’ όμορφο κρύβοντας στα πέπλα τα λευκά ...


Αρχαίος Κινέζος ποιητής 

λευκή βεντάγια μεταξένια
κροκάτη νιφάδα διάφανη στης χλόης το στιλέτο
σε άφησαν παράμερα κι εσένα

Η αρχαία Κινέζικη ποίηση πάντοτε λυρική, υποβλητική, σαγηνευτική, κρύβοντας με λεπτότητα και ευγένεια την αλήθεια κάτω από υπαινιγμούς και σύμβολα αντικρίζει με τα λευκότατα ανθάκια της, σαν ένα γιασεμί, τα εκατόφυλλα ρόδα της θερμής μεσογειακής ποίησης.                                                                                   
                    

Federico Garcia Lorca (1898-1936)

Νανούρισμα για τη νεκρή Μερσέδες

Λευκή πριγκιποπούλα, του ποτέ
Κοιμήσου στη νυχτιά τη σκοτεινή
Κορμί και γη από χιόνι
Κοιμήσου την αυγή, κοιμήσου!

Η σκέψη σου είναι χιόνι που κύλησε
στην ατέλειωτη αποθέωση της λευκότητας,
η εικόνα σου αιώνιο κάψιμο 
η καρδιά σου λευτερωμένο περιστέρι. 

 

Η Αλεξία Πέννα παρουσιάζει και σχολιάζει απόσπασμα από "Το πιάνο του Σοπέν" του Cyprian Norwid. 

Cyprian Kamill Norwid (1821-1833)

Το πιάνο του Σοπέν

III

Ήρθα σ’ Εσένα αυτές τις μέρες, Φρειδερίκο!
Που το χέρι σου…από την αλαβάστρινη
Ασπράδα του- και την ευγένεια – και τη χάρη –
Και τα κυματιστά αγγίσματα, ίδιο φτερό στρουθοκαμήλου -
Το βλέμμα μου το μπέρδεψε
Με τα φιλντισένια πλήκτρα…
Κι ήσουν σαν τη μορφή εκείνη
Πού απ’ τα σπλάχνα του μαρμάρου,
Πριν το χαράξουν καν,
Έβγαλε η σμίλη
Της ιδιοφυΐας – ο αιώνιος Πυγμαλίων!

(Το πιάνο του Σοπέν, μτφρ. Δ. Χουλιαράκης, Το Ροδακιό, Αθήνα, 2010)


Η Ζαχαρούλα Τζίνη διαβάζει και σχολιάζει το "Το γιασεμί" του Γιώργου Σεφέρη και ένα απόσπασμα από την "Σονάτα του σεληνόφωτος" του Γιάννη Ρίτσου αλλά και το δικό της ποίημα "Λευκή γραμμή".

Γιώργος Σεφέρης (1900-1971)

Το γιασεμί

Είτε βραδιάζει
είτε φέγγει 
μένει λευκό 
το γιασεμί 



Γιάννης Ρίτσος (1909-1990)
Η Σονάτα του σεληνόφωτος


[...]
Άφησέ με να έρθω μαζί σου. Τι φεγγάρι απόψε!
Είναι καλό το φεγγάρι, - δε θα φαίνεται
που άσπρισαν τα μαλλιά μου. Το φεγγάρι
θα κάνει πάλι χρυσά τα μαλλιά μου. Δε θα καταλάβεις.
Άφησέ με να έρθω μαζί σου.
[...]



Ζαχαρούλα Τζίνη

Λευκή γραμμή

Έχεις ανάγκη
να τραβήξεις μία λευκή γραμμή
να σπάσει η μαυρίλα
Να γίνει αδύναμη
να τσακιστεί
και το λευκό να λάμψει
Δύναμη κρυφή
αμόλυντη σαν του μωρού τη σκέψη
όπως η πρώτη μέρα της γέννησης του
όπως ο ουρανός ο καθαρός
όπως η μπουγάδα της νοικοκυράς
όπως του ανθρώπου η ψυχή 
Ποιώ σημαίνει δημιουργώ
αχνή γραμμή
ζωγραφίζω
αγωνιώ
ασφυκτιώ
αναπνέω
αναγεννιέμαι 
Υπάρχω



Η Μαρία Ζερβάκη διαβάζει και σχολιάζει "Το χιόνι" του Γιάννη Ρίτσου.

Γιάννης Ρίτσος

Το χιόνι

Το χιόνι είναι άσπρο, μαλακό σαν τελειωμένος έρωτας, -είπε.
Έπεσε απρόσμενα, τη νύχτα, μ’ όλη τη σοφή σιωπή του.
Το πρωί, λαμποκοπούσε ολόλευκη η εξαγνισμένη πολιτεία.
Μια παλιά στάμνα, πεταμένη στην αυλή, ήταν ένα άγαλμα. 

Εκείνος ένοιωσε την κοφτερή ψυχρότητα του πάγου,
την απεραντοσύνη της λευκότητας, σαν άθλο του προσωπικό
μονάχα μια στιγμή ανησύχησε: μήπως και δεν του απόμενε
τίποτα πια θερμό να το παγώσει, μήπως και δεν ήταν
μια νίκη του χιονιού, μα απλώς μια ουδέτερη γαλήνη,
μια ελευθερία χωρίς αντίπαλο και δόξα.
Βγήκε λοιπόν αμήχανος στο δρόμο, κι όπως είδε το χιονάνθρωπο
που φτιάχναν τα παιδιά, πλησίασε και του ’βαλε
δυο σβηστά κάρβουνα για μάτια, χαμογέλασε αόριστα
κ’ έπαιξε χιονοπόλεμο μαζί τους ως τα’ απόγευμα.



Η Ματούλα Τσιούδα παρουσιάζει και σχολιάζει τους στίχους του Παύλου Παυλίδη "Λευκή καταιγίδα"

Παύλος Παυλίδης (1964-)

Λευκή καταιγίδα

Την πρώτη φορά ήταν σαν να 'χε αρπάξει φωτιά
κάπου μέσα βαθιά κάτι μες την ψυχή μου.
Κοιτούσα τις φλόγες κι αυτόν τον αέρα μακριά
να αλλάζει αργά τις σκιές της ερήμου.

Χορεύοντας μου ‘δειξες μέσα σε πέντε λεπτά
τι θα πει πουθενά και πως χάνεται ο χρόνος.
Ότι αν το πιστέψεις στα αλήθεια η αγάπη μπορεί.
Ότι αν αφεθείς σ’ οδηγάει ο δρόμος.

Από τότε περάσανε χρόνια κυλήσαν νερά
όμως κάπου βαθιά η φωτιά καίει ακόμη.
Λυπάμαι που έφυγα εκείνη τη νύχτα κρυφά, 
βιαστικά και χωρίς να ζητήσω συγγνώμη.

Το μόνο που θα 'θελα αν κάποτε σε ξαναδώ
είναι να πω ευχαριστώ για το θαύμα που είδα
και να δώσω για μια τελευταία φορά το ρυθμό
στον τρελό σου χορό στη λευκή καταιγίδα.

 

 

Παύλος Παυλίδης & B-Movies ("Τεχνόπολις" Γκάζι, 11/9/2013)